.

Το νησί είχες αφήσει τον καιρό του πολέμου
λησμονιά προσπαθούσες να βρεις, μα του κάκου
πάντα σ’ έφερνε πίσω το τραγούδι του ανέμου
να μιλήσεις φοβόσουν τώρα σώπα και άκου !
Δες: τα σύννεφα παίρνουν ξανά τη μορφή σου
όσα νόμιζες πια πεθαμένα θυμήσου !

Το μυαλό σου γυρίζει στο σβησμένο καντήλι
και μια κόρη θλιμμένη που κούναε μαντήλι
Τάχα ποιος να προσμένει τώρα πια στο νησί σου ;
Ένας τύμβος μονάχος που κοιμάται η αδερφή σου
και ο άνεμος που όλο γυρίζει και κλαίει,
στα χαλάσματα πάνου το τραγούδι σού λέει . . .

Η πομπή προχωράει με τραγούδια θανάτου
τη Λητώ μη θρηνήσεις που για πάντα εχάθη
μ’ αν ο ήλιος κατέβει στης αρμύρας τα βάθη
στο νησί των ανέμων, όλα πάλι δικά του.
Δε θα στέκουμε άλλο με σκυμμένο κεφάλι
το νησί θα φωτίζεις με τη λάμψη σου πάλι !

Γυάλινες βάρκες, 2010