ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ, Επιτάφιος VI

14.10.2012

***

 

Μέρα Μαγιού μού μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω,
άνοιξη, γιε, που αγάπαγες κι ανέβαινες απάνω

Στο λιακωτό και κοίταζες και δίχως να χορταίνεις
άρμεγες με τα μάτια σου το φως της  οικουμένης

Και με το δάχτυλο απλωτό μου τά δειχνες ένα-ένα
τα όσα γλυκά, τα όσα καλά κι αχνά και ροδισμένα

Και μού δειχνες τη θάλασσα να φέγγει πέρα, λάδι,
και τα δεντρά και τα βουνά στο γαλανό μαγνάδι

Και τα μικρά και τα φτωχά, πουλιά, μερμήγκια, θάμνα,
κι αυτές τις διαμαντόπετρες που ίδρωνε δίπλα η στάμνα.

Μα, γιόκα μου, κι αν μού δειχνες τ’ αστέρια και τα πλάτια,
τά βλεπα εγώ πιο λαμπερά στα θαλασσιά σου μάτια.

Και μου ιστορούσες με φωνή γλυκειά, ζεστή κι αντρίκια
τόσα όσα μήτε του γιαλού δε φτάνουν τα χαλίκια

Και μού λεες, γιε, πως όλ’ αυτά τα ωραία θά ναι δικά  μας,
και τώρα εσβήστης κ’ έσβησε το φέγγος κ’ η φωτιά μας.

Πηγή:
Eπιτάφιος, 1936

Εικονογράφηση:
Απόστολος Γιαγιάννος, Ξάφνιασμα Νο 2, 1990-1

One Response to “ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ, Επιτάφιος VI”

  1. tamistas Says:

    Δε θα ξεχάσω τη φωνή του μάγκα Μπιθικώτση·
    από μωρό την άρμεγα μέσ’ από το καρότσι.

    Κι ο Θεοδωράκης ο πολύς, με τις πενιές του Χιώτη,
    εκπαίδευε στα βάσανα την που θα ‘ρχόταν νιότη.

Αφήστε απάντηση στον/στην tamistas Ακύρωση απάντησης