ΗΛΙΑΣ ΛΑΓΙΟΣ, «Μάτια oξιάς που στα κρυφά…»

08.10.2009

.

Μάτια oξιάς που στα κρυφά επουράνια ανάψανε
εγώ μονάχα για να τα φιλήσω·
χείλη δροσιάς που παραμίλησαν, τραγούδησαν και πάψανε
τον λόγο, στην ακέραια λέξη να τα κλείσω.

Πλάτη, σαν τόξο που θανάσιμο τανύζεται,
φαρμακωμένο βέλος που επάνω του έσυρα τη γλώσσα·
μπράτσα γυμνά, που σαν καμάρες το άκτιστο γεφύρι κτίζετε,
για του παραμυθιού τα λίγα και τα τόσα.

Χάνι, που κουρασμένος στρατοκόπος ύψωσα,
να πιω στα στήθη σου, χάλκινες κούπες, καμπανίτη·
κι ω η κοιλιά ! που γλύπτης ταπεινός το πρόπλασμά της γύψωσα,
για να το στήσω άγαλμα χρυσελεφάντινο, στο αδειανό μου σπίτι.

Πλέγμα εφηβαίο, μέταξα, φτερό, βελούδο που πολιόρκησα
όλη τη νύχτα των νυχτών, κι ήταν χαμένη η μάχη·
λάδι του σώματος, που φώτιζες λαμπρό και σ’ όρκισα
παντοτινά για μας να καις — και μείναμε μονάχοι.

Μηρών καστέλια, που γι’ αυτά χίλιους ρηγάδες πάλεψα και νίκησα,
να τα χορτάσω, μια στιγμή να
ναι καταδικά μου·
σάρκα της γάμπας, που για χάρη σου τη σάρκα μου αδίκησα,
σφυρά, που
στε τα νικηφόρα στέφανα του γάμου.

Και των ποδιών σου οι φάλαγγες, οι ανθρωποβόρες σάρισες,
που βαπτιστήκαν στο πηχτό, ληγμένο μου αίμα·
κι ό,τι αέναο πουλί μού έταξες και πρόσκαιρο μου χάρισες —
να τελειωθεί μέσα στου λιγοστού χαδιού το ψέμα.

Φεβρουάριος 2001, 2002

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s